ΕΚΑΤΟ ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΤΩΝ ΣΥΜΜΑΧΩΝ
ΟΙ ΚΑΤΑ ΣΥΝΘΗΚΗ ΑΛΗΘΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΛΩΖΑΝΗΣ
Η ΝΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ!
του Δήμου Λεβιθόπουλου
29/3/2024
Ο Α´Παγκόσμιος Πόλεμος (1914-1918) υπήρξε ο πιο αιματηρός που γνώρισε μέχρι τότε η ανθρωπότητα. Από τη μία πλευρά ήταν τα κράτη της Αντάντ («Entente»: «Εγκάρδια Συνεννόηση»), συμμαχία που αρχικά αποτελoύνταν από τις τρεις μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις, το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γαλλία και τη Ρωσία -και στην οποία αργότερα προσχώρησαν η Ιταλία, οι ΗΠΑ, η Ελλάδα, κ.ά.-, και από την άλλη οι Κεντρικές Αυτοκρατορίες, η συμμαχία της Γερμανίας του Β´Ράιχ με την Αυστρο-Ουγγαρία, την Οθωμανική Αυτοκρατορία και τη Βουλγαρία. Μετά την επικράτηση της Οκτωβριανής Επανάστασης, το 1917, η Ρωσία αποχώρησε από την Αντάντ, κάτι που φάνηκε να δίνει τη νίκη στη Γερμανία και τους συμμάχους της σ’ έναν πόλεμο που διαρκούσε για πάνω από τρία χρόνια και είχε μέχρι τότε αμφίρροπο αποτέλεσμα. Όμως, το 1918, η Γερμανία υπέστη σημαντικές ήττες στο Δυτικό Μέτωπο, κυρίως εξαιτίας της ε-μπλοκής ισχυρών στρατιωτικών δυνάμεων των ΗΠΑ στην Ευρώπη. Παράλληλα, και οι εξαντλημένοι σύμμαχοι των Γερμανών άρχισαν να καταρρέουν και να παραδίδονται ο ένας μετά τον άλλον, με πρώτη τη Βουλγαρία στις 30 Σεπτεμβρίου 1918. Ένα μήνα αργότερα, με την ανακωχή του Μούδρου, και η Οθωμανική Αυτοκρατορία αναγνώριζε τη στρατιωτική της ήττα. Στη συνέχεια, η Αυστρο-Ουγγαρία υπέγραψε ανακωχή με την Αντάντ και τελευταία η ίδια η Γερμανία, στις 11 Νοεμβρίου 1918. Έτσι, η ειρήνη επέστρεψε στην Ευρώπη μετά από έναν πόλεμο που διήρκησε για πάνω από τέσσερα χρόνια και στοίχισε τη ζωή σε 17.000.000 στρατιώτες και πολίτες, καθώς και την υγεία μερικών δεκάδων εκατομμυρίων άλλων. Μία ολόκληρη γενιά είχε χαθεί στα χαρακώματα του πολέμου. Προκειμένου να αποκατασταθεί η ειρήνη μετά τη σύναψη ανακωχής, συνήθως τα εμπλεκόμενα μέρη υπογράφουν συνθήκη (ειρήνης), και από αυτές που έβαλαν τέλος στον Α´Παγκόσμιο Πόλεμο θα μας απασχολήσουν εδώ οι συνθήκες των Βερσαλλιών, των Σεβρών και της Λωζάνης. Η πρώτη υπήρξε η πιο σημαντική και υπογράφηκε μεταξύ των νικητών συμμάχων και της πρώτης δημοκρατικής κυβέρνησης (της «Βαϊμάρης») της Γερμανίας, που συγκροτήθηκε μετά την έξωση του Κάιζερ και τη γερμανική παράδοση. Υπογράφηκε στις 28 Ιουνίου 1919, στην «Αίθουσα των Καθρεπτών» των Βερσαλλιών. Οι όροι της συνθήκης ήταν εξοντωτικοί για τη Γερμανία και στόχευαν να μην αποκτήσει ποτέ πια στο μέλλον οικονομική και στρατιωτική ευρωστία ώστε να μην απειλήσει ξανά την ασφάλεια της Ευρώπης. Μάλιστα, με το άρθρο 231 «Περί Ενοχής», που καταλόγιζε την αποκλειστική ευθύνη για τον πόλεμο στη Γερμανία, οι Σύμμαχοι αποκτούσαν το ηθικό πλεονέκτημα να της επιβάλλουν βαρύτατες πολεμικές επανορθώσεις και να απαιτήσουν την ουσιαστική αποστρατικοποίησή της. Έτσι, το γερμανικό πολεμικό ναυτικό περιορίστηκε σε 10.000 άνδρες, και δεν είχε υποβρύχια και μεγάλα πολεμικά σκάφη, η πολεμική αεροπορία της καταργήθηκε, και ο γερμανικός στρατός θα αριθμούσε μόλις 100.000 άνδρες με αποκλειστικό καθήκον τη διασφάλιση της τάξης στο εσωτερικό της χώρας. Ήταν ακριβώς αυτή η δύναμη που κατέπνιξε τις διάφορες κουμουνιστικές επαναστάσεις σε μεγάλες πόλεις της Γερμανίας, και πολλοί άνδρες της υπήρξαν πρωτεργάτες του Ναζιστικού κόμματος. Με την επιβολή των πολεμικών επανορθώσεων, οι Σύμμαχοι επέβαλαν οικονομικό έλεγχο στη Γερμανία και έθεσαν στη διάθεσή τους τις βαριές βιομηχανίες της στην περιοχή της Ρηνανίας. Επιπλέον, η χώρα έχασε όλες τις αποκίες της, και περίπου το 13% του εθνικού της εδάφους που προσαρτήθηκε στη Γαλλία, ή σε νέες χώρες που δημιουργήθηκαν στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη (Πολωνία, Τσεχοσλοβακία κ.ά.). Μαζί με τα εδάφη αυτά, περίπου 7.000.000 Γερμανοί έγιναν πολίτες ξένων χωρών. Το αρχαίο ρητό «ουαί της ηττημένοις» είχε την πλήρη εφαρμογή του όσον αφορά τη Γερμανία και τη Συνθήκη των Βερσαλλιών. Έτσι, ήδη από το 1919 ναρκοθετήθηκε η εύθραυστη ειρήνη, κάτι που αντελήφθη ο Γάλλος Στρατάρχης και νικητής του Α´´Παγκοσμίου Πολέμου, Φέρντιναντ Φος, αλλά όχι και οι συμπατριώτες πολιτικοί του που επέβαλλαν τους όρους της στους Γερμανούς. Ο Φος δήλωσε ότι οι Βερσαλλίες δεν ήταν συνθήκη ειρήνης, παρά μόνο μια εικοσαετή ανακωχή, μία προφητεία που εκπληρώθηκε πλήρως το 1939 -μια δεκαετία μετά τον θάνατό του- με την έκρηξη του Β´ Παγκοσμίου Πολέμου. Όμως, η Συνθήκη των Βερσαλλιών ήταν ήδη τότε νεκρό γράμμα, αφού από το 1935 ο Χίτλερ είχε αρχίσει να παραβιάζει βασικούς όρους της, δίχως να υπάρξει κάποια σοβαρή αντίδραση από τις δυτικές δημοκρατίες που την είχαν υπογράψει. Μάλιστα, η άνοδος των Ναζί στην εξουσία, στη Γερμανία, οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στην αδιάλλακτη στάση του Χίτλερ για την κατάργηση της Συνθήκης των Βερσαλλιών. Τα κράτη της Αντάντ όχι μόνο δεν μπόρεσαν να εμποδίσουν τη Γερμανία να απειλήσει ξανά την παγκόσμια ειρήνη, αλλά απέτυχαν και στην προσπάθειά τους να φτιάξουν έναν διακρατικό οργανισμό που θα διασφάλιζε την ειρηνική επίλυση των διαφορών μεταξύ των χωρών. Η «Κοινωνία των Εθνών» υποτίθεται ότι θα αναλάμβανε τον ρόλο αυτόν, αλλά οι Μεγάλες Δυνάμεις από την αρχή υπονόμευσαν τον πολυεθνικό αυτό οργανισμό όποτε θίγονταν τα συμφέροντά τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ΗΠΑ δεν έγιναν καν μέλος της «Κοινωνίας των Εθνών», παρόλο που αυτή υπήρξε ιδέα του Προέδρου τους, Ουίλσον. Το 1939 ο οργανισμός αυτός ήταν εξίσου νεκρός με τη Συνθήκη των Βερσαλλιών που τον είχε προβλέψει. Η συνθήκη ειρήνης μεταξύ των Συμμάχων και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας υπεγράφη ένα χρόνο μετά από εκείνη με τη Γερμανία, στις 10 Αυγούστου 1920, στη γαλλική πόλη Σεβρ (S`evres). Με βάση αυτήν, οι Τούρκοι παραχωρούσαν μεγάλα τμήματα της αυτοκρατορίας τους κυρίως στη Βρετανία και τη Γαλλία που θα τα διαχειρίζονταν ως προτεκτοράτα. Η Συνθήκη των Σεβρών έφερνε την Ελλάδα πολύ κοντά στην πραγμάτωση του οράματος της «Μεγάλης Ιδέας», καθώς γινόταν κράτος «των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών», με την ανάληψη της προσωρινής διοίκησης της ευρύτερης περιοχής της Σμύρνης, και την προοπτική της μελλοντικής προσάρτησής της. Επίσης, η Τουρκία παραχωρούσε στην Ελλάδα την Ανατολική Θράκη, την Ίμβρο και την Τένεδο. Δυστυχώς, η Μικρασιατική Καταστροφή έβαλε ταφόπλακα στη Συνθήκη των Σεβρών. Όμως, ήδη από τα πρώτα της βήματα η συνθήκη αυτή ήταν θνησογενής, αφού δεν επικυρώθηκε από τα κοινοβούλια των Συμμάχων, ούτε καν της Ελλάδας! Επιπλέον, η Γαλλία και η Ιταλία το 1920 υπέγραψαν σημαντικές πολιτικές και οικονομικές συμφωνίες με την εθνικιστική κυβέρνηση του Κεμάλ στην Άγκυρα, υπονομεύοντας με τον τρόπο αυτόν τη Συνθήκη των Σεβρών. Η ελληνική ήττα στη Μικρά Ασία οδήγησε στην ανακωχή των Μουδανιών στις 11 Οκτωβρίου 1922. Ένα μήνα αργότερα, στις 21 Νοεμβρίου 1922, συνεκλήθη στη Λωζάνη συνδιάσκεψη ειρήνης μεταξύ της Αντάντ και της Τουρκίας. Η συνδιάσκεψη είχε αποστολή να αναθεωρήσει τη Συνθήκη των Σεβρών, και έτσι τυπικά εντάσσεται στο πλαίσιο των διπλωματικών ενεργειών για την επίτευξη ειρήνης μετά το τέλος του Α´ Παγκοσμίου Πολέμου. Όμως, τα δεδομένα είχαν αλλάξει άρδην σε σχέση με τη Συνθήκη των Σεβρών. Τώρα στη θέση της οθωμανικής κυβέρνησης βρισκόταν ο Κεμάλ. Η Μικρασιατική Καταστροφή και η προσέγγιση του Κεμάλ με μεγάλες δυνάμεις, όπως η Γαλλία και η Ιταλία -αλλά και η Σοβιετική Ένωση-, είχαν επιφέρει σημαντικές αλλαγές στις σχέσεις της Τουρκίας με τις περισσότερες χώρες της Αντάντ. Η ήττα της στον Α´ Παγκόσμιο Πόλεμο είχε σαν αποτέλεσμα να διαλυθεί η αυτοκρατορία της στην Εγγύς και τη Μέση Ανατολή. Αυτό υπήρξε αμετάκλητο, αλλά με τη νέα συνθήκη ειρήνης η Τουρκία επιζητούσε να διασφαλίσει την κυριαρχία της σε ολόκληρη τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη, που είχε απωλέσει μετά την ήττα στον Α´Παγκόσμιο Πόλεμο. Επίσης, η νέα Τουρκία υπό τον Κεμάλ έδινε μεγάλες ευκαιρίες οικονομικής εκμετάλλευσης από ξένες εταιρείες. Ακόμη και οι Βρετανοί, οι μόνοι από τους πάλαι ποτέ Συμμάχους που παρέμειναν αντίπαλοι του Κεμάλ το 1922 -ήθελαν να διατηρήσουν τον έλεγχο των Στενών-, δεν μπορούσαν να μη ενδιαφερθούν για τις επιχειρηματικές προοπτικές που διανοίγονταν για τις εταιρείες τους στην Τουρκία. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι την περίοδο που πραγματοποιούνταν οι εργασίες της διασκέψεως στη Λωζάνη, στο παρασκήνιο η κυβέρνηση του Κεμάλ διαπραγματευόταν συμφωνίες με αγγλο-αμερι ανικές εταιρείες για την εκμετάλλευση του φυσικού πλούτου της Τουρκίας και την κατασκευή μεγάλων δημοσίων έργων. Οι συμφωνίες αυτές επικυρώθηκαν από την Τουρκική Εθνοσυνέλευση δύο μόλις εβδομάδες πριν από την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης. Η Μικρασιατική Καταστροφή και οι οικονομικές συμφωνίες του Κεμάλ με τις Μεγάλες Δυνάμεις συνέβαλαν ώστε ο Ισμέτ Ινονού, ο Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, να εμφανίζει στη Λωζάνη τη χώρα του ως νικήτρια και την Ελλάδα ως ηττημένη. Η Συνθήκη της Λωζάνης τελικά υπογράφηκε στις 24 Ιουλίου 1923 και καθόρισε τα σύνορα της Τουρκίας με την Ελλάδα, αλλά και με τις νέες χώρες της Μέσης Ανατολής. Παρά το γεγονός ότι στον ένα σχεδόν αιώνα ζωής της οι Τούρκοι έχουν παραβιάσει πολλά άρθρα της, και ειδικά εκείνα που αφορούν την Κύπρο, τους Έλληνες της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου και της Τενέδου κ.ά., η Συνθήκη της Λωζάνης παραμένει η μόνη από τις συνθήκες ειρήνης μετά τη λήξη του Α´Παγκοσμίου Πολέμου που ισχύει ακόμη και σήμερα. Δρ. Κωνσταντίνος Λαγός Ιστορικός ερευνητής, συγγραφέας