ΜΙΜΗΣ ΤΡΑΙΦΟΡΟΣ - ΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΠΟΥ ΚΡΑΤΗΣΕ ΕΒΔΟΜΗΝΤΑ ΟΛΑΚΕΡΑ ΧΡΟΝΙΑ

Η ΣΟΦΙΑ ΒΕΜΠΟ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΤΡΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΗΣ

ΤΟΤΕ ΠΟΥ ΥΠΗΡΧΑΝ ΠΟΙΗΤΕΣ

Δυο λόγια και κάτι από τον Δήμο Λεβιθόπουλο


Όταν ο Μίμης ο Τραϊφόρος μου ανήγγειλε ότι θέλει να εκδώσει ένα βιβλίο με τα άπαντά του, με πολύ κόπο συγκράτησα την έκπληξή μου και ένα γέλιο.
-Τι τρέχει μικρέ; Πού το βλέπεις το αστείο; Διαμαρτυρήθηκε έντονα ο αγαπητός μου Μίμης
-Μιμάκο μου, πού θα τα βρεις εσύ τα άπαντά σου; Για να τα εκδώσεις πρέπει πρώτα να τα συγκεντρώσεις! Και για να τα συγκεντρώσεις πρέπει πρώτα να τα βρεις στους τέσσερις ανέμους που είναι σκορπισμένα... "Ω παιδιά μου ορφανά μου σκορπισμένα εδώ κι εκεί...!"
Ο Τραϊφόρος συνεπής στις ευγενείς συνήθειές του έγινε στην κυριολεξία ηφαίστειο. Κι αυτό όχι μόνο με το επιθετικό αστείο αλλά γιατί γνώριζε κι ο ίδιος, καλύτερα την φοβερή κι απερίγραπτη αμέλειά του και αφροντισιά του.

Αλήθεια, πώς και πού να βρεις και να μαζέψεις ένα ανυπολόγιστα τεράστιο ποιητικό, στιχουργικό, και θεατρικό έργο, που υπολογίζεται σε δεκάδες χιλιάδες σελίδες, που είναι σκορπισμένο φύλλα φτερά κάπου επί της γης!

Ο Μίμης ο ΤραΙφόρος, παραγωγικότατος, αστείρευτος, πολυγραφότατος, όχι μόνο δεν κρατούσε ένα υποτυπώδες αρχείο αλλά ούτε καν ένα αντίγραφο του ποιήματός του, του τραγουδιού του. Αντιθέτως στην πίσω σελίδα έγραφε τηλέφωνα, δουλειές, διάφορες σημειώσεις και το ποίημα, το στιχούργημα, το θεατρικό νούμερο που ήταν γραμμένο στην άλλη σελίδα είχε την μοίρα ενός πρόχειρου, ασήμαντου παλιόχαρτου.

Ο ίδιος ο ποιητής πολλές φορές κατέφευγε σ' εμένα μήπως έχω το "τάδε" ή το "χ" ποίημά του, χειρόγραφό του, έργο του ακόμα και τα προσωπικά χαρτιά της Βέμπο γιατί ο ίδιος δεν ήξερε ούτε καν πού βρίσκονται.

Πέραν όμως της τρομερής αυτής αταξίας, ο Μίμης ο Τραϊφόρος εμπνεόταν κι έγραφε κάθε στιγμή. Μετέτρεπε την κεχριμπαρένια ρετσινούλα και την μελάνη σε θείες δημιουργίες. Έτσι, αμέτρητες φορές στις ταβέρνες και στα κουτουκάκια πάνω σε χαρτοπετσέτες και χάρτινα τραπεζομάντιλα έγραφε στίχους, ανάλογα με την διάθεσή του, εμπνεόμενος από τις συνοδούς μας ή κι από κάποια ομορφούλα από το απέναντι τραπέζι, σκάρωνε πραγματικά αριστουργήματα.

Αν, θεωρητικά μπορούσα να συγκεντρώσω τις χαρτοπετσέτες με τα ποιήματά του και τα περίφημα οκτάστιχα της σχολής Αττίκ που έδινε εδώ κι εκεί, σε θαυμάστριες και μη τότε θα είχαν εξασφαλίσει αρκετούς τόμους, με ποιητικές συλλογές μοναδικής ομορφιάς. Δεν είναι καθόλου υπερβολή αυτό που λέω, το έζησα επί πολλά χρόνια κοντά του. Τέλος πάντων ας έρθουμε στην παρουσία του βιβλίου που καταφέραμε από τα ευρεθέντα, κι ευτυχώς υπάρχοντα ποιήματα και τραγούδια του να εκδόσουμε, για την συμπλήρωση των εξήντα χρόνων του στον στίχο και στο θέατρο.

Στα χρόνια που πέρασαν, "ανακάλυψα" πάμπολλα χειρόγραφα του αγαπημένου μου φίλου Μίμη, και χρωστάω στο ελληνικό κοινό που τόσο τον λάτρεψε ένα βιβλίο με τα ανέκδοτα δημιουργήματά του, εμπνευσμένα κυρίως, από την μεγάλη κι ανεπανάληπτη μούσα του, την γυναίκα της ζωής του, τον θρύλο που λέγεται Σοφία Βέμπο.

Στον πρόλογο που μου ζήτησε να του κάνω στο βιβλίο του "Εξήντα Χρόνια Ποίηση και Τραγούδι", αυτά που έγραφα τότε είναι κάτι παραπάνω από αληθινά. Σήμερα δεν θα έγραφα στο ίδιο ύφος που επέλεξα τότε ως νεαρός αλλά στην ουσία θα έγραφα ακριβώς τα ίδια. Γεια σου φίλε Μίμη, γεροέφηβε!

Τα "αντίποινα" του Μίμη ήταν φοβερά και μεγάλα. Μου αφιέρωσε, στο βιβλίο του, ένα ποίημα με τίτλο "Ένα παιδί" το οποίο μ' έκανε να συγκινηθώ αμέτρητες φορές.







































Σοφία Βέμπο - Μα τον λατρεύω είναι το φως μου