ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ "ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΛΕΒΙΘΟΠΟΥΛΟΣ" ΜΕ ΣΕΙΡΑ ΕΚΔΟΣΕΩΝ, ΕΚΘΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ ΤΙΜΑ ΤΟΥΣ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΞΕΣΗΚΩΜΟΥ
200 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Η ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΑ ΜΑΣ ΕΜΨΥΧΩΝΕΙ ΜΑΣ ΕΜΠΝΕΕΙ ΚΑΙ ΜΑΣ ΕΝΩΝΕΙ
23/3/2021
Δρόμος φωτεινός ανοίγει τόσος κόσμος δεν επνίγη τόσος κόσμος δεν εσφάγη σε στεριές και σε πελάγη για να προσκυνά σφαγείς και τους δήμιους όπου γης.
Τέτοιος ποταμός αιμάτων δε θα πάει στα χαμένα δε θα μείνουν ξεχασμένα τόσα μνήματα θυμάτων
Τόσοι βόγγοι, τόσοι θρήνοι δε θα σβήσουν στο κενό αλλά κάποια χαραυγή θα γινούνε μια κραυγή που θα σείσει έως πέρα το μεγάλο ουρανό και σε ενός αιθέρα νέου τη γαλάζια ξαστεριά, θα αλλαλάζει: ζήτω, ζήτω των Ελλήνων λευτεριά
Άλλο μη τους προσκυνάτε και ποτέ μη λησμονάτε πως κι οι μικροί αν σηκώσουνε κεφάλι τότε γίνονται μεγάλοι.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΟΥΡΗΣ
Επιμέλεια προσαρμογής Δήμος Λεβιθόπουλος
(Το ποίημα αυτό, προσευχή και εμβατήριο για κάθε αγωνιζόμενο υπέρ της ελευθερίας, ο μεγάλος ποιητής το έγραψε τον Ιούλιο του 1918, ενώ εμαίνετο ακόμα ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος.Την τελευταία στροφή μάλιστα, την δανειστήκαμε για την παρούσα περίσταση από άλλο ποίημα που έγραψε το 1913 με το οποίο κατακεραύνωνε τους ξένους για την στάση τους έναντι της Ελλάδας, απευθυνόμενος μάλιστα στον Τσώρτσιλ, τότε πρώτο λόρδο του Βρετανικού Ναυαρχείου.Ασχέτως με ποια αφορμή εγράφτηκαν, οι στίχοι αυτοί η αιτία είναι πάντα η ίδια και το νόημά τους αιώνιο. Το ίδιο και το μεγαλείο τους. Και η ιερότητά τους)
Απ' τη στάχτη βγάζει τ'άχτι
σπίθα η οργή σκίζει τη γη
μια αποκοτιά η σπίθα φωτιά
απλώνει τρανή κι ό,τι γενεί
λιώνει τ'ατσάλι στην άγρια πάλη
τύραννου θέα η φλόγα ρομφαία
λόγοι και όρκοι άτιμο ξόρκι
φωνή κι αντάρα η κατάρα, κατάρα
αν ρέει το αίμα κόκκινο ρέμα
το χώμα ποτίσει η γη να μεθύσει
δεντρί θ'ανθίσει και θα καρπίσει
ηχούνε σήμαντρα
ριγούν τα σύμπαντα
θεού φωνή που αναφωνεί
εμπρός παιδιά φωτιά στη φωτιά
με λάβας θωριά χυμούν σαν θεριά
βροντούν κανόνια
τάφοι τ' αλώνια
λαλούν ντουφέκια
πέφτουν ντερέκια
χτυπούν σπαθιά
κορμιά αρμαθιά
όρμα ψυχή βάρα καρδιά
Χαίρε ώ Χαίρε Λευτεριά!
Λάβρα η στάχτη
ρίχνει το φράχτη
που μας χωρίζει
και μας ορίζει
η στάχτη αυτή
γεννά ψυχή
στ' αποκαϊδια την τέφρα την ίδια
ξεπηδά η ελπίδα πύρινη λεπίδα
σπίθα, φλόγα, φωτιά λαίλαπα, πυρκαγιά
θράκα, καμίνι πέτρα μη μείνει
σαϊτα κεραυνού στα σπλάχνα τ'ουρανού
παίρνει το νου λεβέντη τρανού
στην ιερή πηγή ήλιου νερό σαν πιει
λυγά, σπάει τη σιδεριά που μας έδεν' η σκλαβιά.
ανάσα αδέρφια, ξαστεριά Χαίρε ώ Χαίρε Λευτεριά!
Από τη συλλογή: "Η ΣΤΕΡΝΗ ΜΕΛΩΔΙΑ ΤΟΥ ΦΟΙΝΙΚΑ"
Κλαις κόρη, απαρηγόρητη, σπαράζεις δόλια στο δρόμο γερμένη, πλάι σε νεκρούς και βόλια,μισή γυμνή, κουρελιασμένη, γοερά θρήνεις το θάνατο μ' απόγνωση σωτήρα αναφωνείςπάνω σου χνώτο αχνίζει ακόμη τούρκουτου πιο λερού στην οικουμένη βούρκουτου βάρβαρου χτήνους σε μιαίνει η οσμήάμοιρη όλα ταχασες και βιος κι αδέλφια και τιμήπως εκατάντησες αρχοντοπούλα συ αλλοτινήΏσπου ένας φράγκος ευγενής, περαστικόςσου λέει σπαστά, με στόμφο εκστατικός
"καημένη έλα δούλα μου"
κι εσύ άλλο λογίζοντας, μέσα στη φρίκη ότι επιτέλους, σ' εσπλαγχνίσθη η θεία δίκη σιωπηλή, δίχως κουβέντα να του πεις σηκώνεσαι αργά και τον ακολουθείς.
Βαρύ, πικρό και άδικο τ'άτιμο ξενοδούλι
πόσες ακόμη, είκοσι, πενήντα γενιές δούλοι;
Έρμη, τα παλιά αναπολείς και δεν βαρέθηκες να λες
"περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις"
Οίκτιρε και παρακάλα, μοιρολόγα και βλασφήμα
για την κάθε συμφορά σου εσύ θύτης, αυτουργός και θύμα
κι αν στέρεψαν τα δάκρυα δε στέρεψαν οι πόνοι
χαράμι οι κόποι, στράφη θυσίες, μάταιοι καιροί και χρόνοι
μοιρολόγα τώρα κι ομολόγα κι όσο θες τα στήθη βάρα
εχθρούς, αδέρφια, φίλους, ξένους, σ' όλους μια κατάρα
αχ μάνα μου γλυκειά μου Ελλάδα και πόσα μου εδίδαξες
που ούτε εσύ τα ξέρεις, με δαύτα ας με βύζαξες
μέτρα τώρα, μόνο μέτρα, όχι δόξες και τιμές
όχι τους χρυσούς σου αιώνες, τις ολόχρυσες στιγμές
μέτρα και αναλογίσου πώς οι φίλοι σύμμαχοί σου
πιο πολύ παρά οι εχθροί σου, μαζί με κάποια σου παιδιά
κλέψαν τις χρυσές σου δάφνες και σ' αφήσαν τη σκουριά
καημένη Ελλαδούλα μου αίμα και δάκρυα γεμάτη η ποδιά σου
ελπίδα μόνη κάποια αγέννητα παιδιά σου
στάσου περήφανη, μη κλαις, κράτα τον σπαραγμό σου
θάρθει ώρα, ως μεγάλη Ελλάδα πια, να χαρείς το λυτρωμό σου
Τι είν' θαρρείς η λευτεριά;
βράχος πού στέκει αιώνια;
σκήπτρο που πάει γενιά γενιά;
κάστρο από χίλια χρόνια;
ξέφωτο είν' η λευτεριά
μια δρασκελιά και πάει
να το διαβείς μεριά μεριά
δύο στιγμές κρατάει
νάσου ευθύς η σκοτεινιά
ζοφος φονιάς, λαχτάρα
της τυρρανίας τα σχοινιά
του κτήνους η αντάρα
άντε και πάλι απ' την αρχή
νέοι βωμοί κι αγώνες
της λευτεριάς απαντοχή
οι δήμιοι στις αγχόνες!
προίκα απ' την ομορφονιά;
των ξένων η απλοχεριά;
νόμος ρητός, κληρονομιά;
άτι ατίθασο να το δαμάσεις;
οίνος π' ευφραίνει την καρδιά;
άβγαλτη κόρη να ξελογιάσεις;
τ' είναι μωρέ, θαρρείς η λευτεριά;
θαρρείς μι' ανάσα δρόμος
σκότος μετά λυκοποριά
μόνος εσύ κι ο τρόμος
ξανά φοβέρες, βάσανα
το χρέος που σου έλαχε ιερό
κι ώσπου να πεις ανάσανα
της μάχης σύρεις το χορό
καλούδια π' αγοράζεις;
μπριλάντι, με χρυσά φλουριά;
γνώση που τη σπουδάζεις;
καράβι είν' η λευτεριά
με τα στοιχειά παλεύει
ώσπου να βρει απανεμιά
το κύμα λυσσά, ανταριεύει
ή σκλάβου φόρα λαιμαργιά
ή σφυρηλάτη νου καρδιά
το σίδερο κι η λευτεριά
θέλουν αμόνι και φωτιά
κλήρος, ρεγάλο, δώρο;
κέρασμα, τύχη ή ζαριά
λόγοι που κάνουν ντόρο;
αίμα αθώων, ηρώων αίμα
να τι είναι η λευτεριά
τ' άλλα όλα είναι ψέμα
ή με τα σκουλήκια ή με τα θεριά!
Χαρμόσυνα, γιατί χτυπά ανάσταση η καμπάνα
μέσα στ' αγριοχείμωνο του δύσεκτου Φλεβάρη;
σα ρίζωσε χρόνια καιρούς και φλεβισ' η ψυχή μας
πού ναι χαρά για να χαρεί, γιορτή για να γιορτάσει;
λαμπρή να λάμψει ολόφωτη εις τον κρανίου τόπο
πού είδε ανθό, ελπίδας φως, άνοιξης σημάδι
ολούθε ορφάνια αφανισμός παντού ένα ρημάδι
γιορτή λαμπρή ολόχαρη γιατί χτυπά η καμπάνα;
ο πόνος είν' πατέρας μας η απελπισία μάνα
στη μαύρη γης, όπου βλαστός ζωής δε ξεμυτάει
μόνο τ' ανήμερο χτικιό που ασύδωτο γυρνάει
τίνος το χέρι βέβηλο αναστάσιμα σημαίνει
λες κι αναστήθη ο θεός σε άλλη οικουμένη
τι έχει να πει ήχος χαράς με το λυγμο του πόνου
τι φως να ρίξει μια στιγμή στην άβυσσο του χρόνου;
εδώ κοράκια κράζουνε, λύκοι λυκομανάνε
άφαντοι οι άνθρωποι, ακούς π' αγκομαχάνε
μόν' οι σκιές στήνουν χορό, βουβές γλεντοκοπάνε
μια αλυσίδα, φίδι φρικτό από σκουριά κι ατσάλι
μας δένει σκλάβους όλους μας στην τραγική μας μοίρα
που άμοιρους μας ξεπουλά σε βρώμικο παζάρι
Δεν είναι χέρι που χτυπά μήτε ανάσταση σημαίνει
διαόλου ανάσα ή θύελλα, λυσσάει μανιασμένη
τη δόλια καμπάνα άγρια χτυπά και βολοδέρνει
ωσανά και ζήτω, χτύπα, δώστου βάρα δυνατά
μέσα στην νεκρική της αβύσσου τη σιωπή
ψεύτικα χτύπα απατηλά χωρίς γνώση και ντροπή
άρον άρον μάζεψέ μας "όλοι στην ανύπαρκτη γιορτή"
δε μας μέλλει ούτε που μας νοιάζει διόλου
αν είν' το χερι του θεού ή ανάσα του διαόλου
χτύπα καμπάνα βάρα, βάρα χτύπα στα μελίγγια
χτύπα να σε ακούσουνε γίγαντες και μερμήγκια
στον τόπο όπου εμόλεψε το φως, μαράθη η ηλιαχτίδα
χτύπα καμπάνα πλαστή χαρά, σήμανε πλάνα ελπίδα!
Γιορτή δε θέλω με κανένα
κάποιο μοναχικό '21
Όρε πούσαι Γέρο να μας δεις
λόγο για λόγου μας μη πεις
είν' κατάντι άδικης ντροπής
μιας αγιόρταστης γιορτής
από δαύτους πομπές χορτάσαμε
μα εδωπέρα που εφτάσαμε
πια δεν πάει άλλο παρέκει!
να σύρουν πρώτοι το χορό Γκούσηδες και Νενέκοι
Το στιχούργημα αυτό αφορά την "τελετή βεβήλωσης" που έγινε στα μαύρα χρόνια της κατοχής, το 1942.Κατά την εθνική επέτειο της 25ης Μαρτίου του 1942, η διαβόητη δωσιλογική κυβέρνηση Τσολάκογλου, για να "παρηγορήσει" τον λιμοκτονούντα λαό, "εόρτασε" με τις αρχές κατοχής, Γερμανούς και Ιταλούς, τη μεγάλη μέρα του Ξεσηκωμού του Γένους, με κατάθεση στεφάνων στον Άγνωστο Στρατιώτη, δοξολογίες και άλλες τελετές που μόνο ως βέβηλες μπορούν να χαρακτηριστούν.Η ιεροσυλία αυτή, όπως ήταν φυσικό, ξεσήκωσε τον λαό της Αθήνας που ξεχύθηκε περήφανος στους δρόμους.Βλέπε "Η ΤΕΛΕΤΗ ΒΕΒΗΛΩΣΗΣ ΚΙ Ο ΞΕΣΗΚΩΜΟΣ ΤΩΝ ΑΔΟΥΛΩΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ"
Τα ποιήματα και τα κείμενα είναι από τη συλλογή του Δήμου Λεβιθόπουλου, "Η Στερνή Μελωδία Του Φοίνικα", γραμμένη τον Μάρτιο του 2021 για την ιερή μεγάλη επέτειο των 200 χρόνων από την κύρηξη της Επανάστασης του 1821.
Στις μέρες μας που οι άνθρωποι έχουν χάσει κάθε έννοια και αντίληψη και αίσθηση περί της ελευθερίας και "καταπιέζονται" από την καραντίνα λόγω της φονικής πανδημίας, χωρίς καν να βλέπουν τα κάγκελα που τους περιβάλλουν γιορτάζουμε τη μεγάλη αγιόρταστη γιορτή
Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, όπως φτάνει σε εμάς από τον Ηροδοτο και το Ησίοδο, ο Φοίνικας που το όνομά του θα πει ολοπόρφυρος (κατακόκκινος), πιστός φίλος του Ήλιου και πατέρας της Ευρώπης, ήταν ο αιώνιος άρχοντας του φωτός, ανίκητος από τον θάνατο στου οποίου υποτασσόταν τη θλιβερή μοίρα αλλά ταυτόχρονα ξαναγεννιόταν μέσα από μία μυσταγωγία - ιεροτελεστία θανάτου και αναγέννησης.
Σύμβολο της αιωνιότητας κα της νίκης επί του θανάου, ο αθάνατος Φοίνικας, κάθε φορά προϋπαντά το τέλος του, καθώς αναφλέγεται και καίγεται μόνος του, και μέσα από την ίδια του τη στάχτη αναγεννιέται, νέος, ακμαίος, δυνατός ατενίζοντας με ελπίδα μια νέα ζωή.
Ο Φοίνικας, το ολοπόρφυρο πανέμορφο πουλί, που θαυμάζουν οι ίδιοι οι Θεοί, καθώς φλέγεται τραγουδάει με τη μοναδική στην πλάση εξαίσια φωνή του μια θεϊκη μελωδία, δεν υπάρχει πιο όμορφο τραγούδι στον κόσμο γιατί είναι αυτό που υμνεί τη ζωή ακόμη και στο κατώφλι του θανάτου, πριν, ο Φοίνικας γίνει μάζα στάχτης. Μέχρι και το άρμα του Ήλιου σταματά, για να το ακούσει, κυριολεκτικά μαγεμένος ο Θεός της ζωής και του φωτός, απ' αυτόν τον θείο σκοπό που αιχμαλωτίζει την ακοή κια την ψυχή Θεών και θνητών.
Αυτή οι μύθοι, αποκτούν ουσία μέσα στην ιστορία, και στους σύγχρονους καιρούς, γιατί αποτελούν σύμβολα που δίνουν το στίγμα, τις συντεταγμένες πόθων διακαών και δικαίων και παθών φλογισμένων, φλεγομένων, καιομένων αλλά διαρκών ανανεούμενων.
Ο Φοίνικας, που συναντάται και στην κινεζική και στην περσική και στην αιγυπτιακή, καθώς και στην ινδουιστική θρησκεία, στον περσικό και εβραϊκό πολιτισμό, ακόμα και στους Ίνκας, και σε κάθε γωνιά της Γης, όπου ατένισε τον Ήλιο ανθρώπινη ψυχή, το θείο αυτό πουλί αποτέλεσε σύμβολο αγώνα και αναγέννησης, επλίδας, ανάτασης, ανάταξης και ανάστασης σε όλους τους λαούς καθόλη την Οδύσσειά τους μέσα στους αιώνες. Στην νεότερη ελληνική ιστορία, γίνεται πρώτα σύμβολο της Φιλικής Εταιρείας, περνά στην σημαία του Υψηλάντη, στον Ίερό Λόχο, αναγνωρίζεται ως το επίσημο έμβλημα του Έθνους από τον Καποδίστρια, απεικονίζεται στο πρώτο νόμισμα της νεοσύστατης Ελλάδας και φτάνει στις μέρες μας ως το ανώτατο αριστείο τιμής του Κράτους. Ο Φοίνικας καθώς παραδίδεται στις φλόγες του και άδει τον θείο του σκοπό μοσχοβολλά μύρο και ενσαρκώνεται από την τέφρα του.
Η επιλογή του τίτλου δεν είναι αποτέλεσμα ποιητικού οίστρου, ποιητικής έμπνευσης ή αδείας. Αυτή η συλλογή δεν είναι μια φιλολογική υπέρβαση, είναι μια κραυγή αγωνίας και απελπισίας.
Για την συλλογή ποιημάτων και κειμένων ενόψει της μεγάλης επετείου των 200 χρόνων, καταφεύγουμε στους ιερούς συμβολισμούς του αθάνατου Φοίνικα, αναζητώντας νοήματα και ερείσματα με τα οποία να στηρίξουμε τα οράματά μας και να θεμελιώσουμε τη νέα μας ελπίδα ως μικρή πατρίδα, μεγάλο Έθνος με τεράστια ιστορία.
Η επιλογή του τίτλου της συλλογής "Η στερνή μελωδία του Φοίνικα", εκφράζει απ' τη μια, τη ζωογόνο ελπίδα της αναγέννησης μέσα από τις στάχτες κι απ' την άλλη, στον φόβο και τον τρόμο ότι κάποια φορά ενδεχομένως και αυτή, δεν θα υπάρξει η αναγέννηση μέσα από την ίδια μας την τέφρα, και η στάχτη απ' το μυθικό πουλί θα σκορπίσει στον άνεμο κάνοντας τον Ήλιο να πενθησει βαριά σκορπώντας για πάντα το σκοτάδι.
Ζούμε σε μία εποχή που η πραγματικότητα μας απαγορεύει να αισιοδοξούμε για ανανέωση, αναγέννηση, ανάσταση. Η ελπίδα για την αναγέννηση μέσα από τη στάχτη μοιάζει με ανέφικτη ουτοπία. Ο κόσμος είναι συνεπαρμένος στη δίνη μιας "κοσμογονίας" εντελώς πρωτόγνωρης στην ιστορία από καταβολής κόσμου. Τα ιερά φτερά του Φοίνικα που συμβολίζουτν τις μεγάλες αθάνατες αξίες της ζωής καίγονται οριστικά, παραδίδονται στον θάνατο.
Η Ελλάδα, ανεξαρτήτως των όποιων γεωστρατηγικών, οικονομικών, κοινωνικοπολιτικών, ακραίων φαινομένων που την πλήττουν άμεσα και έμεσα, αλλάζοντας εκ βάθους τον ρου της ιστορίας της, διανύει μια βαθιά, δίχως προηγούμενο, ηθική και πολιτισμική κρίση, πολύπλευρη με μεταστάσεις σε όλο της το σώμα που χωρίς υπεκφυγές θα λέγαμε ότι βιώνει την απόλυτη παρακμή μέσα από μια ηθική χρεοκοπία και ολική απώλεια αρχών και αξιών. Στην ιστορία της, ακόμα και στις πιο μαύρες περιόδους, δεν βρίσκουμε παρόμοιο προηγούμενο κατάρρευσής της
Αν δεν συντελεστεί ένα "ελληνικό θαύμα" να ξυπνήσει συνειδήσεις και να αναστήσει τις καταρακωμένες από την τρυφή και τη διαφθορά ελληνικές ψυχές, ώστε να επαναστατήσουν οι καρδιές, είναι βέβαιο, ότι αυτό το τραγούδι του Φοίνικα θα ναι το τελευταίο...
Χωρίς μια εσωτερική επανάσταση, μέσα σε κάθε Έλληνα, ξεχωριστά και σε όλους μαζί, δεν πρόκειται να υπάρξει ανάσταση. Η τέφρα αυτή δεν θα γίνει ξανά η μήτρα που θα γεννήσει τον νέο Φοίνικα. Θα σκορπίσει στους τέσσερις ανέμους της Νέας Παγκόσμιας Τάξης Πραγμάτων.
Αυτή η μετάλλαξη, η μεταμόρφωση, η τερατώδης εξέλιξη, παραγνωρίζοντας κάθε εθνική μοίρα, δεν θα αφήσει στο θυελλώδες πέρασμά της ό,τι το ελληνικό, ό,τι το καλόν και το ωραίον, ό,τι το ευγενές και το ηθικόν.
Αιώνιες και αθάνατες αξίες όπως ο αιώνιος και αθάνατος Φοίνικας, ήρθε η ώρα και η στιγμή να καούν για πάντα άδοντας "Τη Στερνή Μελωδία Του Φοίνικα".